Ἐφεσίου

Ἐφεσίου
Ἐφέσιος
magic
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ανάνιος — (6ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ποιητής, σύγχρονος του Ιππώνακτα του Εφέσιου. Τα έργα των δύο ποιητών συγχέονται από τους αρχαίους γραμματικούς και, πολλές φορές, o ίδιος στίχος αποδίδεται πότε στον έναν και πότε στον άλλο. Και οι δύο ήταν ιαμβογράφοι… …   Dictionary of Greek

  • ρουφιάνος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με σπαθί. Η μνήμη του τιμάται στις 8 Σεπτεμβρίου. * * * ο, θηλ. ρουφιάνα, Ν 1. μαστροπός, προαγωγός 2. συκοφάντης, διαβολέας, σκευωρός, μηχανορράφος, ραδιούργος 3. αυτός που αποκαλύπτει για δικό του… …   Dictionary of Greek

  • τραυματισμός — ο, ΝΜΑ [τραυματίζω] πρόκληση σωματικής βλάβης από εξωτερική βία που προσβάλλει ταυτόχρονα την ανατομική υφή, τη μορφολογία και τη λειτουργία ιστών και οργάνων τού ανθρώπινου σώματος, πλήγωμα νεοελλ. μτφ. ηθικό ή ψυχικό πλήγμα αρχ. φρ. «Περὶ… …   Dictionary of Greek

  • διδακτική ποίηση — Ποιητικό είδος που πρωτοεμφανίστηκε στην αρχαιότητα και πραγματεύτηκε θέματα τεχνικού ή επιστημονικού περιεχομένου. Οι απαρχές της δ.π., όπως και της επικής, ήταν θρησκευτικές. Ασχολήθηκε με ποικίλα θέματα και είτε αποσκοπούσε στην ηθική… …   Dictionary of Greek

  • Θεόμβροτος — (τέλη 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ.). Κυνικός φιλόσοφος. Ήταν μαθητής του Μητροκλή από τη Μαρωνεία και δάσκαλος του Εχεκλή του Εφέσιου …   Dictionary of Greek

  • Κοντιανός, Γαβριήλ — (τέλη 15ου – αρχές 16ου αι.). Κρητικός λόγιος. Μετέφρασε τη λατινική διασκευή του ελληνικού μυθιστορήματος Απολλώνιος ο Τύριος. Πρόκειται για μεσαιωνικό μυθιστόρημα του 3ου αι. μ.Χ., που συντάχθηκε σύμφωνα με τα πρότυπα των αρχαίων μυθιστορημάτων …   Dictionary of Greek

  • Κοντός, Πολυζώης — (Ιωάννινα 1760; – Βλαχία 1821;). Λόγιος, κληρικός και δάσκαλος. Αρχικά μαθήτευσε κοντά στον Κοσμά Μπαλάνο στα Ιωάννινα και συνέχισε τις σπουδές του στη Βενετία. Σταδιοδρόμησε κυρίως ως δάσκαλος στη Βιέννη και αργότερα δίδαξε στα σχολεία των… …   Dictionary of Greek

  • Μαρκιανός ο Ηρακλεώτης — (τέλη 4ου – αρχές 5ου αι.). Γεωγράφος από την Ηράκλεια του Πόντου. Έγραψε αξιόλογα συγγράμματα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Η επιτομή των ένδεκα της γεωγραφίας Αρτεμιδώρου του Εφεσίου, εν βιβλίοις ια, Περίπλους της Έξω θαλάσσης, εν… …   Dictionary of Greek

  • Παρράσιος — I Αρχαίος Έλληνας ζωγράφος, ο οποίος εργάστηκε μεταξύ 440 και 380 π.Χ. Ήταν γιος και μαθητής του Εφέσιου ζωγράφου Ευήνορα, αλλά έζησε για μεγάλο διάστημα στην Αθήνα και ήταν Αθηναίος πολίτης. Προτιμούσε δραματικά θέματα, πλούσια σε κίνηση, και… …   Dictionary of Greek

  • Σθέννις — Αρχαίος γλύπτης. Ήταν γιος του Oλύνθιου Ηρόδωρου, που μετά την καταστροφή της πατρίδας του από το Φίλιππο B’ της Μακεδονίας (348 π.Χ.), κατάφυγε στην Αθήνα, όπου απόχτησε πολιτικά δικαιώματα. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Πλίνιου η ακμή της δράσης του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”